Οι ρίζες της αρειανικής διαμάχης κατά τον Andrew Louth

Καθώς προετοιμαζόμουν για το δεύτερο μέρος του άρθρου της παρείσφρησης του πλατωνισμού στη χριστιανική ανθρωπολογία, έπεσα σε ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο για τις ρίζες της αρειανικής διαμάχης, το οποίο συμπληρώνει το απόσπασμα του González και σχετίζεται ιδιαίτερα με την υποσημείωση που είχα γράψει για εκείνο το απόσπασμα: δηλαδή το πώς η πλατωνική αντίληψη περί Θεού, που καθιερώθηκε στη χριστιανική θεολογία από τα μέσα του 2ου αιώνα, προξένησε τις συνθήκες για την αρειανική διαμάχη και τη σταδιακή διαμόρφωση του περί Θεού δόγματος που κατέληξε στην Τριάδα. Το σημερινό μεταφρασμένο απόσπασμα είναι από βιβλίο του Andrew Louth, του σημαντικότερου ίσως εν ζωή Ορθόδοξου πατρολόγου διεθνώς.

Και ο Αθανάσιος και ο Άρειος είχαν ένα σαφώς διαμορφωμένο δόγμα σχετικά με την κτίση εκ του μη όντος [ή αλλιώς “δημιουργία εκ του μηδενός”]. Ίσως αυτό να μην προξενεί έκπληξη σε κάποιον που δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι τούτο το δόγμα ήταν άγνωστο στην παγανιστική φιλοσοφία, αλλά εμφανίστηκε αργά-αργά και αβέβαια στην αρχαία χριστιανική θεολογία. Ακόμη και όταν συναντούμε εκφράσεις που το αναφέρουν, και μάλιστα με βεβαιότητα, παραμένει αβέβαιο αν όντως αυτό που εννοείται είναι ένα ακριβές δόγμα περί κτίσεως εκ του μη όντος. Για τον Αθανάσιο και τον Άρειο δεν έχουμε αμφιβολίες, διότι απαριθμούν τις εναλλακτικές περιπτώσεις και τις απορρίπτουν. Η κτίση εκ του μη όντος σημαίνει για αυτούς ότι υπάρχει πλήρης αντίθεση ανάμεσα στον Θεό και στην κτισμένη τάξη πραγμάτων, ανάμεσα στο άκτιστο και αυθύπαρκτο και στο κτισμένο εκ του μη όντος λόγω του θελήματος του Θεού. Δεν υπάρχει ενδιάμεση ζώνη μεταξύ Θεού και κόσμου.

Αρχικά οι προσπάθειες των χριστιανών να διατυπώσουν έναν τρόπο κατανόησης για τη σχέση του Θεού με τον κόσμο έγιναν μέσω χρήσης μια τέτοιας ενδιάμεσης ζώνης, την οποία ταύτισαν με τον Λόγο του Θεού (μια ιδέα που υπάρχει στον μέσο πλατωνισμό)[1]. Το πρόβλημα που τέθηκε από την αρειανική διαμάχη ήταν να υπάρξει τρόπος να επανεξετάσουν την κατανόηση της σχέσης του Θεού με τον κόσμο, τώρα που δεν παραδέχονταν μια τέτοια ενδιάμεση ζώνη, και τα συμπεράσματα από αυτή την επανεξέταση ήταν δραματικά: ο Άρειος ενέταξε τον Λόγο στην κτισμένη τάξη πραγμάτων· οι Ορθόδοξοι τον ενέταξαν στη σφαίρα του θείου (πλέον με την αυστηρή έννοια του όρου)[2]. Η Νίκαια θα μπορούσε να ειδωθεί, όπως λέει ο Friedo Ricken, ως “κρίση για τον αρχαίο χριστιανικό πλατωνισμό”. Οι Ορθόδοξοι ελευθέρωσαν τους εαυτούς τους από μια πτυχή του πλατωνισμού[3], οι επιπτώσεις της οποίας τώρα πια ήταν πλήρως κατανοητές, και κατέκτησαν ένα νέο επίπεδο σαφήνειας στην κατανόησή τους για την αποκάλυψη του χριστιανικού Θεού[4].—Andrew Louth, The Origins of the Christian Mystical Tradition: From Plato to Denys, Oxford University Press, 2007 (2η έκδ.), σελ. 73-4.


Υποσημειώσεις

[1] Το άρθρο για την προσέγγιση του González εξηγεί αυτή την πτυχή.

[2] Ο συγγραφέας προφανέστατα εννοεί ότι οι προηγούμενοι συγγραφείς, παρ’ ότι αποκαλούσαν θεό τον Λόγο, θεωρούσαν τη φύση του κατώτερη από τη φύση του Πατέρα του, του Δημιουργού των πάντων.

[3] Το «μια πτυχή» επίσης εννοεί ότι δεν έπαψε να υπάρχει ο πλατωνικός τρόπος αντίληψης περί Θεού, δηλαδή η ταύτισή Του με το όντως ον, αλλά όμως άλλαξε ο τρόπος προσέγγισης της σχέσης μεταξύ Θεού και κόσμου.

[4] Ο συγγραφέας παραδέχεται ότι στη Νίκαια υπήρχε μια νέα κατανόηση περί Θεού, την οποία, ως Ορθόδοξος κληρικός, τη θεωρεί πρόοδο σε σχέση με την προηγούμενη.

Σχολιάστε